Μια μέρα μετά την καταρχήν συμφωνία στο Eurogroup ξεκίνησε η συζήτηση για τα κέρδη και τις ζημιές, για νικητές και ηττημένους. Και όπως σε κάθε μεγάλο- ή και λιγότερο μεγάλο- γεγονός κυριαρχεί η υπερβολή.
Σίγουρα, προέκυψαν κάποια θετικά αυτές τις μέρες. Η νωπή εκλογή της κυβέρνησης επέτρεψε να θέσει θέματα πολιτικής στην Ευρώπη, όπως και να "επιτρέψει" σε άλλες χώρες να τοποθετηθούν στο θέμα της πολιτικής της λιτότητας, που προωθεί το σύνολο των κρατών μελών της Ευρωζώνης. Επίσης, στα θετικά πιστώνεται η ευελιξία που φαίνεται πως παρέχεται από τους εταίρους ως προς τα πρωτογενή πλεονάσματα, ότι η ελληνική κυβέρνηση θα καταθέσει η ίδια τις προτάσεις της για μεταρρυθμίσεις (που βέβαια, κανονικά έπρεπε να τις είχε ήδη έτοιμες και να τις έχει καταθέσει χωρίς να χρειαστεί να τις ζητήσουν οι εταίροι). Μέχρι εδώ όμως. Από εκεί και πέρα, τα επικοινωνιακού τύπου συνθήματα όπως πχ "τέλος η τρόικα και τα μνημόνια", "η Δημοκρατία ξεκίνησε στις 25 Γενάρη", δεν πείθουν κανένα, κανένα που δεν είναι φανατισμένος ή που θέλει να δημιουργεί ιδεολογικές ψευδαισθήσεις.
Το ότι υπήρξαν, όπως ήταν αναμενόμενο, αυστηρές ρήτρες και προϋποθέσεις, δεν μπορεί να ξαφνιάζει κανένα, άσχετα από τους λεονταρισμούς των κυβερνητικών κύκλων. Και υπό αυτές τις προϋποθέσεις αναγκάστηκε να κάνει σε αρκετά θέματα οπισθοχώρηση η κυβέρνηση.
Τελικά, δεν είναι και τόσο εύκολο να χορεύουν πεντοζάλη οι αγορές, όσο και να το θέλουμε όλοι μας.
Το κυρίαρχο, όμως, θέμα δεν είναι ούτε τα κέρδη, ούτε οι ζημιές, αλλά το κατά πόσο μπορούμε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις να μην φτάσουμε ξανά στο 2009. Αν μπορούν να γίνουν σοβαρές μεταρρυθμίσεις, αν μπορούμε και προπάντων, αν θέλουμε ως λαός να απαλλαγούμε από ένα κράτος πελατειακό. Αν μπορέσουμε να ενισχύσουμε με σχέδιο και στρατηγική τον παραγωγικό ιστό της χώρας.
Γιατί όσα χρήματα και να δοθούν στην χώρα, ακόμη και αν διαγραφεί όλο το χρέος, το μεγάλο ζητούμενο θα παραμένει αν ως λαός, αν ως κράτος πάψει να λειτουργεί με τις παθογένειες δεκαετιών και μπορούμε πράγματι να κερδίσουμε από μόνοι μας τον αγώνα.
Το σενάριο που θέλει την προσφυγή σε δημοψήφισμα επανέρχεται συχνά – πυκνά τις τελευταίες μέρες. Το σενάριο αυτό προβλέπει ότι -σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμβιβαστική λύση στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές- να προσφύγει η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σε δημοψήφισμα.
Μέσα σ αυτό το κλίμα που έχει διαμορφωθεί, όπου βομβαρδιζόμαστε με αντιφατικές ειδήσεις και πληροφορίες, ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχει o τρόπος που θα αντιμετωπίσουν οι καναλάρχες, μια ενδεχόμενη πρόταση για δημοψήφισμα, αφού λόγω των τεράστιων χρεών τους, έχουν ξαφνικά προσεταιριστεί όλοι το ΣΥΡΙΖΑ.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα αναμένεται η στάση των δυο από τα μεγάλα και βαριά ονόματα των καναλιών, της Τρέμη και του Πρεντετέρη, οι οποίοι σε αντίστοιχη περίπτωση, το 2011, στην πρόταση της κυβέρνησης Παπανδρέου είχαν χαρακτηρίσει την ιδέα του δημοψηφίσματος «παρανοϊκή», ενώ ο κ. Γιάννης Πρετεντέρης, είχε εντείνει την .....κριτική του ανεβάζοντας τους τόνους και φτάνοντας στο γνωστό κρεσέντο του.
Είναι γνωστό ότι τα ελληνικά ΜΜΕ- σε μεγαλύτερο βαθμό από άλλες χώρες- αποτελούν ένα σημαντικό εμπόδιο στην πάταξη της διαφθοράς και του πελατειακού κράτους, καθώς οι ιδιοκτήτες τους είναι επιχειρηματίες που έχουν άμεση σχέση και σύνδεση με το δημόσιο.
Δεν είναι τυχαίο ότι καμία κυβέρνηση δεν τόλμησε να τακτοποιήσει το θέμα της αδειοδότησης των καναλιών κάτω από το φόβο του σφυροκοπήματος από αυτούς.
Βέβαια, η νέα κυβέρνηση το υποσχέθηκε και μακάρι να προχωρήσει. Την υλοποίηση της απόφασής της δεν θα πρέπει να επηρεάσει το γεγονός ότι σήμερα, τα ελληνικά ΜΜΕ δείχνουν να την στηρίζουν σε υπερβολικό βαθμό. Η ιστορία έχει αποδείξει αυτού του είδους τα στηρίγματα είναι άμεσα συνδεδεμένα με τα συμφέροντα αλλά και με την "προσμονή" να πάρουν αυτό που ζητούν, που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι δάνεια.
Η ελληνική πλευρά στις διαπραγματευτικές κινήσεις της, έχει επικεντρώσει την κριτική της, αποκλειστικά σχεδόν, πάνω στην Γερμανία και την Μέρκελ.
Ναι, η Γερμανία είναι η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στην ΕΕ και έχει τις περισσότερες ευθύνες για τον τρόπο λειτουργίας των ευρωπαϊκών θεσμών και την πορεία που πήραν τα πράγματα μετά την εκδήλωση της κρίσης, με την εμμονή της για αυστηρή λιτότιτα.
Είναι, όμως, μόνο θέμα Γερμανίας και ιδιαίτερα, θέμα ,,Μέρκελ,,;
Υπάρχει ή υπήρχε από το ξέσπασμα (δημοσιοποίηση) της κρίσης το 2009, άλλη κυβέρνηση στην Ε.Ε., η οποία στήριζε την ελληνική κυβέρνηση; Και δεν αναφερόμαστε στο θέμα της διαγραφής χρέους που τους αφορά άμεσα, αλλά στο περιορισμό της πολιτικής της λιτότητας, που έχει καθιερωθεί, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην ίδια της Γερμανία (οι μισθοί στο δημόσιο είναι εδώ και πολλά χρόνια παγωμένοι).
Τι μας κάνει να πιστεύουμε ότι αν δεν ήταν η Μέρκελ και ήταν ο Κολ ή ο Σρέντερ θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα; Για όσους βιαστούν να προκρίνουν τον κατ΄ τα άλλα συμπαθητικό, Gysi, ως λύση, η απάντηση είναι ότι ναι, αυτός θα μπορούσε να έχει άλλη πολιτική, όμως η γερμανική οικονομία δεν θα επέτρεπε ποτέ να εκλεγεί ο Gysi στη Καγκελαρία.
Όσοι θεωρούν ότι το θέμα είναι ιδεολογικό, θα ήταν χρήσιμο να θυμηθούν ότι το 2010 στην Ισπανία και στην Πορτογαλία κυβερνούσαν σοσιαλιστικά κόμματα όπως και στην Ελλάδα, αλλά ο τότε Έλληνας Πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου τους βρήκε απέναντι στην δική του προσπάθεια να δημιουργήσει τη "συμμαχία του Νότου". Επίσης, θα ήταν καλό να αναζητήσουν τις διαφορές πάνω στο μεγάλο θέμα της Ευρώπης, τόσο ανάμεσα των Συντηρητικών με τους Εργατικούς στην Μεγ. Βρετανία, όσο και με τους συντηρητικούς και τους σοσιαλοδημοκράτες στην Γερμανία ή την Γαλλία.
Οι ιδεολογίες σταματούν εκεί που ξεκινούν τα εθνικά συμφέροντα.
Και η Ευρώπη του Ευρώ δεν είναι τίποτε άλλο από μια ένωση οικονομιών διαφόρων κρατών και τίποτε περισσότερο. Η περιβόητη πολιτική ένωση δεν προχώρησε. Σ΄ αυτή την Ευρώπη οι κόκκινες γραμμές έχουν να κάνουν με τα συμφέροντα των εθνών και τις στρατηγικές που εξυπηρετούν, αποκλειστικά και μόνο, τα οικονομικά στοιχεία, τους αριθμούς.
Η ελληνική κυβέρνηση αν δεν στοχεύσει στην αποδόμηση αυτής της πολιτικής, δεν πρόκειται να πείσει κανέναν, αφού απλά χτυπά απάνω στα συμφέροντά τους.
Γι αυτό το ζητούμενο δεν είναι η διαγραφή του χρέους ούτε ο τρόπος πληρωμής των δόσεων αποπληρωμής του χρέους (αυτά είναι ζητήματα λογιστικής).
Το ζητούμενο είναι πολιτικό.
Αν αυτή είναι η Ευρώπη των λαών που θέλουμε και αν σ΄ αυτήν την Ευρώπη επιτρέπεται να ζουν εκατομμύρια πολίτες στα όρια της φτώχειας, να υπάρχει κοινωνικός αποκλεισμός και λαοί δυο ταχυτήτων.
Σ αυτήν την προσπάθεια μπορούμε να βρούμε συμμάχους.
Σε οποιαδήποτε άλλη, σύμμαχοι δεν θα βρεθούν, αφενός γιατί η Ελλάδα έχει τις δικές της ευθύνες στο θέμα της υπερχρέωσης, αφετέρου όσο δεν εξυπηρετούν τα ελληνικά αιτήματα τις πολιτικές της πλειοψηφίας των άλλων κρατών, θα την αφήνουν στην απομόνωση.
«Όχι δεν δέχομαι τα παιδιά των μεταναστών, δηλαδή της δεύτερης γενιάς μεταναστών, που γεννήθηκαν στην Ελλάδα να πάρουν την ελληνική ιθαγένεια».
Σε συνέντευξή του στον ΑΝΤ1 ο υπουργός, πλέον, Εθνικής Άμυνας, Πάνος Καμμένος επανέλαβε την πάγια θέση του - και θέση των ΑΝΕΛ- ότι δεν δέχεται τα παιδιά των μεταναστών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα να πάρουν την ελληνική υπηκοότητα.
Το θέμα της ιθαγένειας ξεκίνησε πρώτη φορά με το νόμο Ραγκούση, όμως στη συνέχεια καταργήθηκε από το Συμβούλιο Επικρατείας.
Το Συμβούλιο Επικρατείας με απόφασή του έκρινε ότι η απονομή ιθαγένειας σε τέκνα νομίμως διαμενόντων αλλοδαπών, λόγω της γέννησής τους ή της φοίτησής τους επί εξαετίας σε σχολείο στην Ελλάδα και το δικαίωμα ψήφου αλλοδαπών νομίμων μεταναστών στις εκλογές, για την ανάδειξη των αρχών της τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού, έρχονται σε αντίθεση με το Σύνταγμα.
Από την πλευρά του, στο προεκλογικό του πρόγραμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύτηκε ότι θα επαναφέρει το θέμα, ως κυβέρνηση. Μια εξαγγελία όμως, που για να γίνει απόφαση θα συναντήσει αντίσταση και από τον κυβερνητικό του εταίρο, τους ΑΝΕΛ, φυσικά από την Χρυσή Αυγή και ένα μέρος των σκληρών νεοδημοκρατών, αλλά και κάποιους εθνοσοσιαλιστές -που κατ τα άλλα -δηλώνουν αριστεροί.
Όμως, πέρα από κόμματα και εξαγγελίες, υπάρχει η πραγματικότητα. Αυτό που πρέπει να σέβεται ο καθένας είναι το δικαίωμα ισότιμης συμμετοχής των πολιτών στα κοινά, σε όποια χώρα και να ζουν. Η ελληνική δημοκρατία δεν μπορεί να φοβάται τα παιδιά που έχουν ενταχθεί πλήρως στην ελληνική κοινωνία και να τα βάζει απέναντί της.
Η Ελλάδα αποτελεί, αρέσει δεν αρέσει σε κάποιους, μια χώρα που προσελκύει μετανάστες.
Αν δεν επιτρέψει την ένταξή τους, κοινωνικά και πολιτικά, θα αντιμετωπίσει σύντομα τα προβλήματα άλλων χωρών που δεν αποδέχτηκαν παρόμοια πραγματικότητα. Από μια κυβέρνηση δε που αυτοπροσδιορίζεται ως Αριστερή, η επίλυση αυτής της κρίσιμης "εκκρεμότητας" πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα
Ως φόρο τιμής για το θάνατο του Richard von Weizsäcker σημειώνουμε το απόσπασμα της ομιλίας του της 8ης Μαίου 1985 για την 40η επέτειο από το τέλος του Β΄παγκοσμίου πολέμου.
".. η παράκληση στους νέους ανθρώπους είναι: Μην αφήνετε να οδηγηθείτε σε έχθρες και μίση εναντίον άλλων ανθρώπων, εναντίον Ρώσων ή Αμερικανών, ενάντια σε Εβραίους ή Τούρκους, ενάντια σε εναλλακτικούς ή συντηρητικούς, ενάντια σε μαύρους ή λευκούς. Μάθετε να ζείτε μαζί και εναντίον..."