Όσο κι μπορεί να νιώθει κάποιος ότι θα δικαιωθεί μετά από χρόνια σε εκτιμήσεις για τα τρέχοντα γεγονότα, καθώς ο χρόνος θα κυλάει με την απαιτούμενη ψυχραιμία και θα δώσει άλλη μορφή και οπτική στα γεγονότα, θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε το κεντρικό θέμα της δημοσιότητας που θέλει τον πρώην Υπουργό Οικονομικών, Γ. Βαρουφάκη, να έχει ετοιμάσει ένα «πλάνο Β» για την χώρα, με μια οπτική όσο το δυνατόν ψύχραιμη και λογική.
Είναι βέβαια αυτονόητο ότι η ελληνική κυβέρνηση, ιδιαίτερα από τη στιγμή που επιδίωκε «ανατροπές» και όσο αυξάνονταν οι φωνές κάποιων εταίρων για έξοδο μας από την ευρωζώνη, όφειλε να ετοιμάσει ένα σχέδιο για να αντιμετωπίσει αυτό το ενδεχόμενο.
Το αντίθετο, αν δηλαδή επιδίωκε την αντιπαράθεση ως μέσω επίτευξης των στόχων, χωρίς όμως εναλλακτικό σχέδιο, θα ήταν εθνικά ανεύθυνο και επικίνδυνο.
Με βάση τα παραπάνω, οι «αποκαλύψεις για πλάνο Β» δεν είναι από μόνο του στοιχείο αρνητικό, για το οποίο πρέπει να κατηγορηθεί κανείς. Όπως οι υπόλοιπες χώρες ετοιμάζονταν για το τι θα γινόταν αν έφευγε η Ελλάδα από την ευρωζώνη, σωστά και η Ελλάδα ετοίμαζε αντίστοιχο σχέδιο.
Από το σημείο αυτό όμως, ως τα σενάρια για χακαρίσματα των φορολογικών κωδικών των πολιτών, υπάρχει μια τεράστια διαφορά, με το παράλογο να κυριαρχεί και τα πολύ σοβαρά ερωτήματα να βρίσκονται επί τάπητος.
Το σχέδιο «πλάνο Β» ήταν σχέδιο της κυβέρνησης συνολικά ή σχέδιο ενός ή ομάδας Υπουργών;
Το σχέδιο Β του Έλληνα Υπουργού και της κυβέρνησης ήταν στόχος που ήθελαν να οδηγηθούμε ως χώρα ή ήταν, πράγματι, εναλλακτικό σενάριο σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων. Το ερώτημα αποκτάει μεγαλύτερη σημασία να συνυπολογίσει κανείς τις καθυστερήσεις και τα παιχνίδια τακτικισμού που ακολούθησε η κυβέρνηση στο εξάμηνο αυτό.
Και το βασικότερο ερώτημα. Πόσο σοβαρό μπορεί να είναι ένα σχέδιο, ένα πλάνο Β σε ένα κρίσιμο θέμα που αφορά την επιβίωση και το μέλλον της χώρας, αν στηρίζεται σε έναν «κολλητό από τα παλιά» και στο χακάρισμα των ΑΦΜ - αν ξεπεράσουμε τον ποινικό χαρακτήρα του θέματος ;
Αν μάλιστα, θεωρήσουμε ως αληθή τα ξένα δημοσιεύματα που ήθελαν τη σύλληψη του Προέδρου της Τράπεζας της Ελλάδας, μπορούμε να τα συνδέσουμε -αφού είναι νωπά στη στη μνήμη μας- με την εμμονή της Κωνσταντοπούλου να τον καλεί και να τον απειλεί εν μέσω των διαπραγματεύσεων για να παραστεί στη Βουλή και να συζητά θέματα, που μπορεί να ήταν σοβαρά αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να συγκριθούν με την κρισιμότητα των περιστάσεων.
Το σίγουρο είναι ότι η επικοινωνιακή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκει έδαφος στην πλειοψηφία των πολιτών, που του δικαιολογεί σχεδόν τα πάντα. Όμως, έχει σημασία ο Πρωθυπουργός να απαντήσει στα ερωτήματα που τίθενται αυτές τις μέρες.
Γιατί μπορεί σε μια εποχή παραλογισμού να ξεκίνησε μια εκστρατεία ενημέρωσης των πολιτών για το τι σημαίνει επιστροφή στη δραχμή (Μάρδας), αλλά το θέμα αυτό, σίγουρα δεν το έθεσε η κοινωνία (η πλειοψηφία της) . Το θέμα της επιστροφής στη δραχμή το έθεσαν στελέχη και Υπουργοί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο μιας δήθεν εθνικής υπερηφάνειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου